Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016

Πως μπορεί να νιώθεις;



Πα-πα-πα-πα πα-πα-πα παραραπα παραραπα πα-πα-πα-πα πα-πα-πα
Έτσι κάνει η γραφομηχανή μου. Και όχι στ' αλήθεια η γραφομηχανή μου αλλα αυτό το καταραμένο πληκτρολόγιο που έχω μπροστά μου. 
Πα-πα-πα-πα πα-πα-πα παραραπα παραραπα πα-πα-πα-πα πα-πα-πα
Ειλικρινά με παίρνεις τηλέφωνο και ύστερα μου το κλείνεις και λες πως έχεις μια δουλειά να κάνεις και χάνεσε για τις επόμενες βδομάδες. Και εγώ περιμένω το τηλέφωνο να χτυπήσει και δεν το κάνει μα συνεχίζω να περιμένω όλη την ώρα ακριβώς απο πάνω του καπνίζοντας και τρώγοντας παγωτό προσπαθώντας να ρίξω το σιρόπι καραμέλας που έχει παγώσει επειδή το ξέχασα στο ψυγείο και προσπαθώ να το ξεκολλήσω περιμένοντας το τηλεφώνημα σου και χώνω το δάχτυλο μου μέσα στο κουτί για να το ξεκολήσω και τα χέρια μου κολάνε και το τηλέφωνο χτυπάει και τρέχω να τα σκουπίσω στην πετσέτα κάνοντας την χάλια και τελικά τα σκουπίζω γρήγορα στο παντελόνι μου και το καταστρέφω κι εκείνο και τίποτα δεν γίνετε και αποφασίζω να σηκώσω το τηλέφωνο που τωρα κολλά απο σιρόπι καραμέλας για να ακούσω την φωνή σου μα ακούω εκείνη του φίλου μου να επαναλαμβάνει το όνομα μου ενώ εγώ αποσβολωμένος τα βάζω για ακόμη μια φορά μαζί σου.
Πα-πα-πα-πα πα-πα-πα παραραπα παραραπα πα-πα-πα-πα πα-πα-πα
Έτσι κάνει η γραφομηχανή μου. Το πληκτρολόγιο μου τέτοιους ήχους βγάζει και θα σπάσω τα κουμπιά ή θα σπάσω την οθόνη ή θα σπάσω το κεφάλι μου γιατι το δικό σου δεν ξέρω που βρίσκετε για να το σπάσω κι εκείνο. Και ησυχάζω και σκέφτομαι οτι έτσι απλά έτυχε και με θυμήθηκες και δεν θα περιμένω ξανα τηλέφωνο αφου ξερω πως δεν θα ρθει και τιποτα γενικα απο εσενα δεν περιμένω και βγαίνω να πιω τα ποτά μου και μιλάω με τον κόσμο για πράγματα αδιάφορα και γυρίζω σπίτι μου και τρώω παγωτό με σιροπι καραμέλα που έχω αφήσει εξω απο το ψυγείο μην ξαναπαγωσει και κτυπάει το τηλεφωνο αλλα δεν με ενδιαφέρει γιατι ξερω πως καποιος φιλος μου θα ειναι και γλύφω απο τα δαχτυλα μου το σιροπι μην κανω τα πραγματα μανταρα και αφου ευχαριστιέμαι περπαταω στο τηλέφωνο και βλεπω το νουμερο σου. Και παίρνω παίρνω τηλεφωνο και τωρα δεν το σηκωνεις και λεω αλλη μια φορα θα παρω, δύο δηλαδή, και μετα λεω αλλη μια κι αλλη μια και δεν το σηκώνεις και παίρνω ολο το βραδυ και βαζω ταχα μου στο μυαλο μου πως κατι επαθες και ξερω πως αν το σηκωσεις θα σου πω πως φοβήθηκα για εσενα μα δεν το κανεις και το τηλεφωνο σου χτυπα και χτυπα ωσπου στο τελος λες δεν γαμιεσε.
Πα-πα-πα-πα πα-πα-πα παραραπα παραραπα πα-πα-πα-πα πα-πα-πα
Και περνούνε οι μερες και οι μηνες και εγω λεω πως γνωρίζω νεο κοσμο και πραγματα συμβαίνουνε και καμια φορα σε σκέπτομαι και λεω δεν γαμιεσε και πως θα σου την φιλάω που τόσο αδιαφορεις για μενανε και το τηλεφωνο χτυπαει βραδιατικο για να μου ευχηθείς για μια ασήμαντη επέτιο και βλέποντας τον αριθμο σου λεω δεν γαμιεσε αλλα δεν αντεχω και το σηκωνω και σου μιλαω και μου μιλάς και όλα είναι μια χαρα και χοροπηδάω και δεν με κρατάνε τα ποδια μου και ύστερα απο λίγο πετάω γύρω απο το δωμάτιο τρισευτυχισμένος που ετσι οπως μου μιλας δείχνεις πως θέλεις να μιλάμε και πως θα με ξαναπάρεις να μιλάμε γενικά και περιμενω περιμένω την συνέχεια να δω και περιμένω πολύ ώρα και ξανα περνάνε οι μέρες και οι μήνες και, διάβολε, μήνες περνάνε όχι λεπτά και δευτερόλεπτα και αρχίζω ξανά να νευριάζω που είπες πως θα τηλεφωνήσεις και έδειξες ένα τέτοιο ενδιαφέρον που δεν το λες και φιλικό μετά απο όλα αυτά που μου λες εσύ πως ζήσαμε και που δεν είναι και λίγα η αλήθεια και ξανά τίποτα δεν γίνετε και λέω δεν γαμιέσε εκεί που βρίσκεσαι που στου διαόλου το κέρατο είναι και αυτό.
Πα-πα-πα-πα πα-πα-πα παραραπα παραραπα πα-πα-πα-πα πα-πα-πα
Και γράφω γράφω θα σπάσω την γραφομηχανη και το πληκτρολόγιο και την οθόνη του υπολογιστή και θα σπάσω και το τηλέφωνο και το κεφάλι μου θα σπάσω γιατι καμια φορά το χτυπάω στον τοίχο και τον καθρέφτη και είμαι μια βδομάδα με παγάκια και παγώνει το κεφάλι μου και παθαίνω ψύξη και αυχενικό και περνάνε οι μέρες και το τηλέφωνο χτυπά και το σηκώνω αλλά δεν σε προλαβαίνω και σε παίρνω πίσω και δεν το σηκώνεις και το σπάω το τηλέφωνο και γράφω γράφω γράφω γράφω
Πα-πα-πα-πα πα-πα-πα παραραπα παραραπα πα-πα-πα-πα πα-πα-πα
Έσπασα το Α και το Ε και τα πατάω με τα νύχια μου και μου έσπασαν τα νύχια μου και το κεφάλι μου πάγωσε και τα μαλλιά μου βράχηκαν απο τα παγάκια και φεύγουνε οι σελίδες απο την γραφομηχανή και γέμισε ο κάδος μου απο τσαλακωμένα φύλλα και μελάνι και γράφω γράφω και δεν σταματάω γιατι το τηλέφωνο το έσπασα και δεν χτυπάει πια απλά τρώω παγωτό με σιρόπι καραμέλας και κολλάνε τα δάχτυλα μου και κολλάει το πληκτρολόγιο και η γραφομηχανή και σκουπίζω τα μαλλιά μου απο το νερό και κολλάνε και τα μαλλιά μου σιρόπι καραμέλας και γράφω γράφω γράφω. Και γεμίζει το πάτωμα απο χαρτιά και απο μελάνι και γίνετε το δωματιο μου χάλι.
Πα-πα-πα-πα πα-πα-πα παραραπα παραραπα πα-πα-πα-πα πα-πα-πα
Και γράφω γράφω γράφω και γεμίζει το σπίτι μου με φύλλα και λέω για αυτά που μου λεγες και ξέρω πως έχουμε ζήσει και δεν τελειώνουνε στ αλήθεια όλα αυτά και ούτε και οι λεπτομέρειες τους μοιάζουνε να έχουνε ένα τέλος αλλά τα λέω και απο την μεριά μου και απο την δική σου για να μην με πεις και εγωιστή εαν ήρθες αόρατη εδώ και με παρακολουθείς που δεν σταματάω με τίποτα να γράφω παρόλο που η πόρτα χτυπά γιατι φύλα έχουνε βγεί στον δρόμο και έχουνε φτάσει στα κοινόχρηστα με λέξεις απο εκείνες που θα ήθελα πολύ να σου είχα πει αλλά κρατούσα πάντοτε για μένα και πεισματικά απόκρυπτα .
Πα-πα-πα-πα πα-πα-πα παραραπα παραραπα πα-πα-πα-πα πα-πα-πα
Και χτυπάνε τα κουδούνια και οι πόρτες και ακούω και σειρήνες γιατί γεμίσανε τα φύλλα μου τον δρόμο και οι δίπλα εγκλωβίστηκαν και με παίρνουνε τηλέφωνο να σταματήσω αλλά αυτό ήδη το έχω σπάσει και μου φωνάζουνε απο το μπαλκόνι αλλά φύλλα φεύγουνε απο το παράθυρο και σκεπάζονται όσοι είναι απο κάτω και το πυροσβεστικό κόλλησε στα φύλλα και εγώ λέω και λέω πράγματα γιατί θυμάμαι τα όσα έκανα λάθος και τα ήθελες αλλιώς αλλά λέω βέβαια και εκείνα που δεν έπρεπε να κάνεις και ειλικρινά με πείραξαν και θα ήτανε αλλιώς τα πράγματα αν αλλιώς τα είχες κάνει.
Πα-πα-πα-πα πα-πα-πα παραραπα παραραπα πα-πα-πα-πα πα-πα-πα
Όχι οχι οχι, ναι ναι ναι, πάνω στα χαρτιά πατάνε και προσπαθούνε να φτάσουνε μέχρι το παράθυρο μου μα αυτά γλυστράνε και εκείνοι πέφτουνε και γέμισε η πόλη μας χαρτιά και φύλλα και μελάνι και οι καθαριστές σκουπίζουν και σκουπίζουν και όλοι λένε απο που έρχεται όλο αυτό το χαρτομάνι και απο την δίπλα πόλη κόσμος έρχεται και προσπαθεί να καθαρίσει γιατι γέμισε και η δίπλα πόλη χαρτομάνι και άλλοι κάθονται και λένε δεν διαβάζουμε και άλλοι που διαβάζουνε σκεπάζονται και χάνονται για πάντα και άλλοι κουτρουβαλάνε πάνω στα χαρτιά και προσπαθούν να σκαρφαλώσουνε για να σταματήσω και γλιστράνε και το ελικόπτερο που έστειλαν για να με σταματήσει μπλέχτηκε με τα χαρτιά στους έλικες και έπεσε και η πυροσβεστική στήνει επιχείρηση μα τα οχήματα γλιστρούνε στο μελάνι και ντελαπάρουνε και εκατοντάδες φύλλα, εκατομμύρια, δισεκατομμύρια πετάγονται απο το παράθυρο μου το κάθε λεπτό και πέφτουνε απο τον ουρανό και ο κόσμος βλέπει και βλέπει και τα παιδιά πηδούνε και τα πιάνουνε και άλλοι σκουπίζουνε τον κώλο τους με αυτά για οικονομία και εγώ λέω πως αυτό κι εκείνο δεν έπρεπε να τα είχες κάνει και δεν με καταλάβαινες και όχι αλήθεια το λέω πως δεν έπρεπε να το έκανες και κοντεύω σχεδόν να κουραστώ γιατι νιώθω πως τελείωσα και λέω δεν έχω τίποτα άλλο να πω και πως δεν υπάρχει κάτι άλλο να ακούσεις απο μένα και σιγά σιγά η βροχή σταματάει και τα πυροσβεστικά παίρνουνε μπρος και φτάνουνε και τα ελικόπτερα δίνετε σήμα και σηκώνονται και κανονιοβολισμοί πέφτουνε γιατί είναι πλέον θέμα εθνικής προστασίας και εγώ λέω όχι και κάτι ακόμα θα πώ και γράφω σ' αγαπώ σε μια σελίδα ολόκληρη μια φορά μονάχα και φεύγει η σελίδα η τελευταία και γλιστρά πάνω στις άλλες και κατεβαίνει απο το βουνό με το χαρτομάνι και φτάνει και φτάνει και πάει στην δίπλα πόλη και στην δίπλα πόλη απο χαρτί σε χαρτί και απο βουνό χαρτιών σε βουνό χαρτιών και μελανιού και όλοι πηδούν για να την πιάσουνε μα δεν την φτάνουνε και πέφτει και πέφτει και απο τον αέρα περνά πάνω απο τις υπόλοιπες χιλιάδες και έρχεται στην πόρτα σου και φτάνει στην σχισμή κάτω της και μπαίνει μες στο σπίτι σου κι εσύ την πιάνεις και την κοιτάς αναγνωρίζοντας το λιωμένο σιρόπι καραμέλα που μου λεγες πάντοτε να βάζω στο ψυγείο μας και με καλείς στο τηλέφωνο και το τηλεφωνο χτυπά και βλέπω απο την ραγισμένη οθόνη πως ακόμη λειτουργεί και σκύβω να το σηκώσω και την ώρα που το φέρνω στο αυτί μου μπαίνουνε μέσα οι γείτονες και ο στρατός σπάει την πόρτα μου και το ελικόπτερο ρίχνει έναν πύραυλο και η πυροσβεστική νερό και πριν με πιάσουν όλοι και με δέσουνε ακούω την φωνή σου και ελεύθερα στα χέρια τους τώρα παραδίνομαι.